Ο Νίκος Αθανασίου εστιάζει σε τρεις βασικές παρατηρήσεις από την εμφάνιση του Παναθηναϊκού στο γήπεδο «Κλεάνθης Βικελίδης».
Αδυναμία στη διαχείριση του προβαδίσματος και η επαναλαμβανόμενη δυσκολία
Σε έξι πρόσφατα παιχνίδια, μεταξύ των οποίων οι αναμετρήσεις με τη Rangers, την Go Ahead Eagles, αλλά και εντός έδρας με Λεβαδειακό, Κηφισιά και Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός προηγήθηκε αλλά δεν κατάφερε να διατηρήσει το σκορ ή να διευρύνει το προβάδισμά του. Είτε ισοφαρίστηκε είτε δέχτηκε ανατροπή, το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: απώλεια βαθμών. Αυτό το μοτίβο υποδηλώνει ένα σοβαρό πρόβλημα, όχι μόνο αγωνιστικό αλλά και ψυχολογικό και πνευματικό.
Παρά το γεγονός ότι η ομάδα κυριαρχεί στο γήπεδο και παρουσιάζει ανωτερότητα, η αδυναμία να κλειδώσει τις νίκες παραμένει εμφανής. Οι φετινές επιτυχίες του Παναθηναϊκού είναι οριακές, με εξαίρεση τη νίκη επί της Βέρνης. Για παράδειγμα, τα αποτελέσματα 2-1 με τη Σαμσουνσπόρ, 1-0 με τον Ατρόμητο και 2-1 με τον Παναιτωλικό δείχνουν ότι η ομάδα δυσκολεύεται να ελέγξει πλήρως τα παιχνίδια της.
Στην εποχή του Ράφα Μπενίτεθ, η ομάδα καλείται να βρει αποτελεσματικές λύσεις για να αντιμετωπίσει αυτή τη «νόσο» που την ταλαιπωρεί, ώστε να διαχειρίζεται καλύτερα τις αναμετρήσεις και να εξασφαλίζει τη νίκη.
Η κρίσιμη στιγμή του Ντραγκόφσκι και οι επιπτώσεις της
Το παιχνίδι στο «Κλεάνθης Βικελίδης» σημαδεύτηκε από δύο καθοριστικά γεγονότα: τα διαιτητικά λάθη και το σοβαρό λάθος του τερματοφύλακα Ντραγκόφσκι. Παρά τις καλές εμφανίσεις του μέχρι εκείνο το σημείο, το συγκεκριμένο σφάλμα θύμισε τις αδυναμίες που είχε παρουσιάσει και την προηγούμενη σεζόν.
Η θέση του τερματοφύλακα σε μια ομάδα που διεκδικεί τίτλους απαιτεί σταθερότητα και αξιοπιστία. Δεν αρκεί να έχεις καλές στιγμές σε ορισμένα ματς, όταν σε κρίσιμες φάσεις μπορεί να αποδειχθεί «αδύναμος κρίκος». Επιπλέον, η δυσκολία του να χειριστεί σωστά την μπάλα με τα πόδια προσθέτει ένα ακόμα πρόβλημα στην αμυντική λειτουργία της ομάδας.
Ενώ ένα λάθος μπορεί να συγχωρεθεί, η επανάληψή του δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες για το μέλλον του παίκτη στη θέση αυτή, και η διοίκηση του Παναθηναϊκού οφείλει να εξετάσει προσεκτικά τις επιλογές της.
Ατομισμός στο παιχνίδι και το παράδειγμα του Ανδρέα Τεττέη
Κατά τη διάρκεια του αγώνα, υπήρξαν στιγμές όπου οι παίκτες του Παναθηναϊκού θα μπορούσαν να επιδείξουν μεγαλύτερη ομαδικότητα. Παίκτες όπως ο Μπακασέτας και ο Κυριακόπουλος, αλλά κυρίως ο Τετέ, έχασαν ευκαιρίες να συνεργαστούν καλύτερα. Στο κρίσιμο τετ α τετ, ο Τετέ δεν επέλεξε να δώσει την μπάλα στον Τζούρισιτς, που βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση για γκολ, κάτι που δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει φέτος.
Αντίθετα, ο Ανδρέας Τεττέη, παρότι αγωνιζόταν με τη φανέλα της Κηφισιάς, έδωσε το σωστό παράδειγμα. Με τρεις ασίστ και συνεχείς πάσες σε ελεύθερους συμπαίκτες, προσπάθησε να ενισχύσει το ομαδικό παιχνίδι της ομάδας του, η οποία θα μπορούσε να είχε κερδίσει αν δεν είχε ακυρωθεί το γκολ στο τέλος.
Η ομάδα πρέπει να υπερβαίνει τα ατομικά εγωιστικά στοιχεία και να λειτουργεί ως σύνολο, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της.
VAR και διαιτητικά λάθη: Η νέα πραγματικότητα στο ελληνικό ποδόσφαιρο
Ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που προέκυψαν από το παιχνίδι ήταν η αλλοίωση του αποτελέσματος μέσω των αποφάσεων του VAR, με τους Τσβάιερ και Περλ να έχουν τον ρόλο των διαιτητών βίντεο. Το ξεκάθαρο πέναλτι υπέρ του Αλεξάντερ Γερεμέγεφ δεν καταλογίστηκε ποτέ, στερώντας από τον Παναθηναϊκό δύο πολύτιμους βαθμούς.
Παράλληλα, δεν έγινε αντιληπτή η τρικλοποδιά του Φαντιγκά στον Τσέριν, γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάγκη για βελτίωση της διαιτησίας και της τεχνολογίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί την εντύπωση ότι το VAR στην Ελλάδα λειτουργεί περισσότερο ως τουριστικό αξιοθέατο παρά ως εργαλείο δικαιοσύνης.
Επόμενα βήματα και αναγκαίες αλλαγές
Η απομάκρυνση του Γιάννη Παπαδημητρίου, που καθυστέρησε υπερβολικά, και η αξιολόγηση του Ράφα Μπενίτεθ θα συζητηθούν αναλυτικά σύντομα. Ωστόσο, η ρήση του Αβραάμ Λίνκολν παραμένει επίκαιρη: «Μπορείς να ξεγελάσεις όλους για λίγο, λίγους για πάντα, αλλά όχι όλους για πάντα».
Ο Παναθηναϊκός καλείται να βρει λύσεις τόσο εντός όσο και εκτός γηπέδου, να βελτιώσει τη διαχείριση των αγώνων, να ενισχύσει την ψυχολογία και να προσαρμόσει την τακτική του ώστε να αποφύγει τις επαναλαμβανόμενες απώλειες βαθμών.